πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το περπάτημα τα περπατήματα
      γενική του περπατήματος των περπατημάτων
    αιτιατική το περπάτημα τα περπατήματα
     κλητική περπάτημα περπατήματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

περπάτημα ουδέτερο

  1. η ενέργεια του περπατάω
      κάνω μια βόλτα κάθε απόγευμα, γιατί το περπάτημα κάνει καλό στην υγεία
  2. ¨ συνώνυμα: βάδισμα
  3. ο ιδιαίτερος, προσωπικός τρόπος που περπατά κάποιος
     συνώνυμα: περπατησιά

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία