-μα
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- -μα < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική -μα[1]
- Οι άλλες μορφές, ανάλογα με το θέμα του ρήματος που προηγείται
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΕπίθημαΕπεξεργασία
-μα ουδέτερο
- παραγωγική κατάληξη ουδέτερων ουσιαστικών που δηλώνουν το αποτέλεσμα της ενέργειας του ρήματος από το οποίο παράγονται
Άλλες μορφέςΕπεξεργασία
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
και
- Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -αμα στο Βικιλεξικό
- Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -εμα στο Βικιλεξικό
- Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -ημα στο Βικιλεξικό
- Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -ωμα στο Βικιλεξικό
- Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -γμα στο Βικιλεξικό
- Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -μμα στο Βικιλεξικό
- Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -σμα στο Βικιλεξικό
Επεξεργασία
- ↑ "-μα" - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.