• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αλώνισμα

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Ταυτόσημο
      • 1.2.2 Δείτε επίσης
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το αλώνισμα τα αλωνίσματα
      γενική του αλωνίσματος των αλωνισμάτων
    αιτιατική το αλώνισμα τα αλωνίσματα
     κλητική αλώνισμα αλωνίσματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
αλώνισμα < αλωνίζω + -μα

Ουσιαστικό

επεξεργασία

αλώνισμα ουδέτερο

  • η ενέργεια του αλωνίζω, ο διαχωρισμός των κόκκων των δημητριακών από τα στάχυα και από το περίβλημά του σε αλώνι

Ταυτόσημο

επεξεργασία
  • αλωνισμός

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • λίχνισμα

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    αλώνισμα
  • αγγλικά : threshing (en)
  • πολωνικά : młócenie (pl)
  • φινλανδικά : puiminen (fi)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αλώνισμα&oldid=7124025"
Τελευταία επεξεργασία στις 14 Μαΐου 2025, στις 17:45

Γλώσσες

    • English
    • Suomi
    • Malagasy
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 14 Μαΐου 2025, στις 17:45.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας