• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

βάδισμα

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συνώνυμα
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
 προσχέδιο λήμματος: μπορείτε να βοηθήσετε επεκτείνοντάς το λήμμα
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το βάδισμα τα βαδίσματα
      γενική του βαδίσματος των βαδισμάτων
    αιτιατική το βάδισμα τα βαδίσματα
     κλητική βάδισμα βαδίσματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
βάδισμα < αρχαία ελληνική βάδισμα < βαδίζω

Ουσιαστικό

επεξεργασία

βάδισμα ουδέτερο

  • το κανονικό περπάτημα, χωρίς βιασύνη

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • βάδιση
  • βαδισμός

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    βάδισμα
  • γαλλικά : marche (fr), allure (fr)
  • ισπανικά : andares (es), paso (es)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=βάδισμα&oldid=5054775"
Τελευταία επεξεργασία στις 25 Μαΐου 2021, στις 22:56

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    • Polski
    • Русский
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 25 Μαΐου 2021, στις 22:56.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας