πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο διευθυντής οι διευθυντές
& διευθυντάδες**
      γενική του διευθυντή
& διευθυντού*
των διευθυντών
& διευθυντάδων
    αιτιατική τον διευθυντή τους διευθυντές
& διευθυντάδες
     κλητική διευθυντή
& διευθυντά*
διευθυντές
& διευθυντάδες
* λόγιος τύπος σε επίσημο ή ειρωνικό ύφος λόγου
** οι δεύτεροι τύποι του πληθυντικού, λαϊκότροποι
Κατηγορία όπως «καθηγητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

διευθυντής αρσενικό (θηλυκό διευθύντρια)

Συγγενικά

επεξεργασία

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική διευθυντής οἱ διευθυνταί
      γενική τοῦ διευθυντοῦ τῶν διευθυντῶν
      δοτική τῷ διευθυντ τοῖς διευθυνταῖς
    αιτιατική τὸν διευθυντήν τοὺς διευθυντᾱ́ς
     κλητική ! διευθυντᾰ́ διευθυνταί
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  διευθυντᾱ́
γεν-δοτ τοῖν  διευθυνταῖν
1η κλίση, Κατηγορία 'ποιητής' όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

διευθυντής αρσενικό

  1. (ελληνιστική κοινή) ελεγκτής
  2. (ελληνιστική κοινή) λογιστής

Συγγενικά

επεξεργασία