Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αντικυκλώνας οι αντικυκλώνες
      γενική του αντικυκλώνα των αντικυκλώνων
    αιτιατική τον αντικυκλώνα τους αντικυκλώνες
     κλητική αντικυκλώνα αντικυκλώνες
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

αντικυκλώνας < λόγιο ενδογενές δάνειο: γαλλική anticyclone < anti- (αντι-) + cyclone (κυκλώνας) < αρχαία ελληνική ἀντί + θέμα της λέξης κύκλος[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /an.di.ciˈklo.nas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐ντι‐κυ‐κλώ‐νας

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αντικυκλώνας αρσενικό

Συνώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία