Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
βαρομετρικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
βαρομετρικ
ός
η
βαρομετρικ
ή
το
βαρομετρικ
ό
γενική
του
βαρομετρικ
ού
της
βαρομετρικ
ής
του
βαρομετρικ
ού
αιτιατική
τον
βαρομετρικ
ό
τη
βαρομετρικ
ή
το
βαρομετρικ
ό
κλητική
βαρομετρικ
έ
βαρομετρικ
ή
βαρομετρικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
βαρομετρικ
οί
οι
βαρομετρικ
ές
τα
βαρομετρικ
ά
γενική
των
βαρομετρικ
ών
των
βαρομετρικ
ών
των
βαρομετρικ
ών
αιτιατική
τους
βαρομετρικ
ούς
τις
βαρομετρικ
ές
τα
βαρομετρικ
ά
κλητική
βαρομετρικ
οί
βαρομετρικ
ές
βαρομετρικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
βαρομετρικός
<
αρχαία ελληνική
βαρομετρικός
Επίθετο
επεξεργασία
βαρομετρικός
σχετικός με το
βαρόμετρο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
βαρομετρικός
αγγλικά
:
barometric
(en)
γαλλικά
:
barométrique
(fr)