πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αμφίεση οι αμφιέσεις
      γενική της αμφίεσης* των αμφιέσεων
    αιτιατική την αμφίεση τις αμφιέσεις
     κλητική αμφίεση αμφιέσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, αμφιέσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία