↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φορεσιά οι φορεσιές
      γενική της φορεσιάς των φορεσιών
    αιτιατική τη φορεσιά τις φορεσιές
     κλητική φορεσιά φορεσιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
χορευτικό συγκρότημα με ελληνικές παραδοσιακές φορεσιές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
φορεσιά < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική φορεσιά < μεσαιωνική ελληνική φορεσία[1] < ελληνιστική κοινή φόρεσ(ις) (το να φορέσει κάποιος) + -ία[2] < φορέω/φορῶ

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /fo.ɾeˈsça/
τυπογραφικός συλλαβισμός: φο‐ρε‐σιά

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

φορεσιά θηλυκό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Εκφράσεις

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. φορεσιάΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  2. φορεσιά - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  • φορεσιάΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)