άπονος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | άπονος | η | άπονη | το | άπονο |
γενική | του | άπονου | της | άπονης | του | άπονου |
αιτιατική | τον | άπονο | την | άπονη | το | άπονο |
κλητική | άπονε | άπονη | άπονο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | άπονοι | οι | άπονες | τα | άπονα |
γενική | των | άπονων | των | άπονων | των | άπονων |
αιτιατική | τους | άπονους | τις | άπονες | τα | άπονα |
κλητική | άπονοι | άπονες | άπονα | |||
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈa.po.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ά‐πο‐νος
Επίθετο
επεξεργασίαάπονος, -η, -ο
- που δεν λυπάται, δεν συμπονά
- ※ Άπονη ζωή, μας πέταξες στου δρόμου την άκρη, / μας αδίκησες.
- τραγούδι «Άπονη ζωή» 1965, στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος, μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος, τραγουδιστής: Γρηγόρης Μπιθικώτσης
- ※ Πλάση γλυκειά, γλυκύτατε ρυθμέ, αριθμέ, αρμονία, / άναρχε Λόγε, υιέ Θεού, πώς να σε πω, ζωή; / Χρυσόνειρον η κάθε σου ξεχωριστή οπτασία, / μα άπονος είναι και σκληρός ο νόμος «πάντα ρεί». (Ιωσήφ Ραφτόπουλος, Ζωή)
- ※ Άπονη ζωή, μας πέταξες στου δρόμου την άκρη, / μας αδίκησες.
- (παρωχημένο) που δεν καταβάλλει κόπο ή γίνεται εύκολα
Συνώνυμα
επεξεργασίαΣυνώνυμα
επεξεργασίαΑντώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία→ και δείτε τη λέξη πόνος
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ άπονος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
επεξεργασία- άπονος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- άπονος - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας