Δείτε επίσης: άπονος

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

Πτώση Ενικός Πληθυντικός
Ονομαστική ὁ, ἡ ἄπονος τὸ ἄπονον οἱ, αἱ ἄπονοι τὰ ἄπονα
Γενική τοῦ, τῆς ἀπόνου τοῦ ἀπόνου τῶν ἀπόνων τῶν ἀπόνων
Δοτική τῷ, τῇ ἀπόνῳ τῷ ἀπόνῳ τοῖς, ταῖς ἀπόνοις τοῖς ἀπόνοις
Αιτιατική τὸν, τὴν ἄπονον τὸ ἄπονον τοὺς, τὰς ἀπόνους τὰ ἄπονα
Κλητική ἄπονε ἄπονον ἄπονοι ἄπονα
Πτώσεις Δυικός
Ονομαστική-Αιτιατική-Κλητική ἀπόνω
Γενική-Δοτική ἀπόνοιν

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἄπονος < ἀ- + πόνος

  Επίθετο επεξεργασία

ἄπονος, -ος, -ον

  1. χωρίς κόπο
  2. τεμπέλης
  3. χωρίς πόνο
  4. παυσίπονος

Συγγενικά επεξεργασία