Δείτε επίσης: Παντολέων
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Πανταλέων οι Πανταλέοντες
      γενική του Πανταλέοντος των Πανταλεόντων
    αιτιατική τον Πανταλέοντα τους Πανταλέοντες
     κλητική Πανταλέων
& Πανταλέον*
Πανταλέοντες
* Κατά την αρχαία κλίση.
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Κοντολέων - κλίση: θεράπων» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Κύριο όνομα

επεξεργασία
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Πανταλέων οἱ Πανταλέοντες
      γενική τοῦ Πανταλέοντος τῶν Πανταλεόντων
      δοτική τῷ Πανταλέοντ τοῖς Πανταλέουσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν Πανταλέοντ τοὺς Πανταλέοντᾰς
     κλητική ! Πανταλέον Πανταλέοντες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Πανταλέοντε
γεν-δοτ τοῖν  Πανταλεόντοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'γέρων' όπως «γέρων» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
Πανταλέων < πᾶς, θέμα παντα- + λέων

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Πανταλέων αρσενικό

Δείτε επίσης

επεξεργασία