Ολυμπιακοί Αγώνες
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
Ολυμπιακοί Αγώνες αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
- στην αρχαιότητα, ένας από τους πανελλήνιους αθλητικούς αγώνες που διεξάγονταν κάθε πέμπτο χρόνο στην Ολυμπία
- διεθνής αθλητική διοργάνωση. Οι αγώνες διοργανώνονται κάθε 4 χρόνια από το 1896 υπό την αιγίδα της ΔΟΕ
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Ολυμπιακοί Αγώνες