Ολυμπία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ολυμπία | οι | Ολυμπίες |
γενική | της | Ολυμπίας | των | Ολυμπιών |
αιτιατική | την | Ολυμπία | τις | Ολυμπίες |
κλητική | Ολυμπία | Ολυμπίες | ||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ολυμπία < αρχαία ελληνική Ὀλυμπία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /o.limˈbi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ο‐λυ‐μπί‐α
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΟλυμπία θηλυκό
- (αρχαιολογία, ιστορία) σπουδαία αρχαία πόλη και αρχαιολογικός τόπος στο νομό Ηλείας στην Πελοπόννησο
- γυναικείο όνομα
Συγγενικά
επεξεργασία→ και δείτε τη λέξη Όλυμπος
Μεταφράσεις
επεξεργασία Ολυμπία
|