right
Αγγλικά (en) Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
right | rights |
right (en)
- το δικαίωμα
- Every human has the right to life (Κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα στη ζωή)
ΕπίθετοΕπεξεργασία
right (en)
ΕπίρρημαΕπεξεργασία
right (en)
ενικός | πληθυντικός |
right | rights |
right (en)
right (en)
right (en)