• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αμέσως

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Επίρρημα
      • 1.3.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

αμέσως < αρχαία ελληνική ἀμέσως

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /aˈme.sos/

  ΕπίρρημαΕπεξεργασία

αμέσως

  • την ίδια στιγμή, ευθύς

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    αμέσως
  • αγγλικά : immediately (en)
  • γαλλικά : tout de suite (fr)
  • παλαιά γαλλικά : delivrement
  • γερμανικά : sofort (de), unmittelbar (de)
  • εσπεράντο : tuj (eo)
  • πορτογαλικά : logo que (pt)
  • ρουμανικά : imediat (ro)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αμέσως&oldid=5624912"
Τελευταία επεξεργασία στις 9 Νοεμβρίου 2022, στις 05:24

Γλώσσες

    • English
    • Esperanto
    • Suomi
    • Français
    • 한국어
    • Кыргызча
    • Limburgs
    • Polski
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 9 Νοεμβρίου 2022, στις 05:24.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie