more
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΑντωνυμία
επεξεργασίαmore (en)
- περισσότερος, συγκριτικός βαθμός του much, many και a lot
- ↪ The more the merrier.
- Όσο περισσότεροι είμαστε τόσο το καλύτερο.
- ↪ The more you study, the more you learn.
- Όσο περισσότερο μελετάς τόσο περισσότερα μαθαίνεις.
- ↪ I wish I knew more about this issue.
- Θα ήθελα να ήξερα περισσότερα γι' αυτή την υπόθεση.
- ↪ Is that enough or do you want more?
- Φτάνει τόσο ή θες περισσότερο;
- ↪ More than half agreed.
- Οι περισσότεροι από τους μισούς συμφώνησαν.
- ↪ The more the merrier.
Επίρρημα
επεξεργασίαmore (en)
- πιο, χρησιμοποιείται για να σχηματίσει τη συγκριτική των περισσότερων επιθέτων και επιρρημάτων
- ↪ She is more beautiful than you.
- Είναι πιο όμορφη από σένα.
- ↪ more interesting/more easily - πιο ενδιαφέρον/πιο εύκολα
- ↪ She is more beautiful than you.
- περισσότερο, ακόμη, σε μεγαλύτερο βαθμό από κάτι άλλο
- ↪ I like the film more than the book.
- Μου αρέσει περισσότερο η ταινία παρά το βιβλίο.
- ↪ I love him more than you.
- Τον αγαπώ περισσότερο από σένα.
- ↪ What do you like more, this or that?
- Τι σας αρέσει περισσότερο, αυτό ή εκείνο;
- ↪ They all agreed, some more and others less.
- Συμφώνησαν όλοι, άλλοι περισσότερο κι άλλοι λιγότερο.
- ↪ He was shivering, more out of fear than from the cold.
- Έτρεμε, περισσότερο από το φόβο του παρά από το κρύο.
- ↪ His failure is due more to his lack of experience than his ignorance.
- Η αποτυχία του οφείλεται περισσότερο στην έλλειψη πείρας παρά στην άγνοια.
- ↪ Lower the frame a little more.
- Κατέβασε το κάδρο λίγο ακόμη.
- ↪ I like the film more than the book.
- άλλο πια, παραπάνω, ξανά
- ↪ no more - όχι άλλο πια
- ↪ once more (=one more time) - άλλη μια φορά
- ↪ I don’t see him any more.
- Δεν τον βλέπω πια.
- ↪ I can’t eat any more.
- Δεν μπορώ να φάω παραπάνω.
Εκφράσεις
επεξεργασίαmore (en)
- περισσότερος, ακόμα, άλλος, συγκριτικός βαθμός του much, many και a lot
- ↪ He has more books/money than me/than I do.
- Έχει περισσότερα βιβλία/χρήματα από μένα.
- ↪ He spoke for more than an hour.
- Μίλησε περισσότερο από μία ώρα.
- ↪ With a little more effort, you will succeed.
- Με λίγο περισσότερο κόπο θα τα καταφέρεις.
- ↪ Give me more light!
- Δώσε μου περισσότερο φως!
- ↪ If you score one more point, we win.
- Αν σκοράρεις έναν ακόμα πόντο, κερδίζουμε.
- ↪ Do you want a little more tea?
- Θέλετε λίγο τσάι ακόμη;
- ↪ I know that you have been disappointed by me, but give me one more chance.
- Ξέρω πως έχετε απογοητευτεί από εμένα, αλλά δώστε μου άλλη μία ευκαιρία.
- ↪ We have six more workers than we need.
- Μας περισσεύουν έξι εργάτες.
- ↪ He has more books/money than me/than I do.
Εκφράσεις
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- more (determiner, pronoun) - Oxford Learner's Dictionaries
- more (adverb) - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 661, 690, 705. ISBN 9780194325684., λήμμα: παραπάνω, περισσεύω, περισσότερος, πιο
Βοσνιακά (bs)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαmore (bs)
- η θάλασσα
Κροατικά (hr)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαmore (hr) ουδέτερο
- η θάλασσα
Σερβικά (sr)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαmore (sr)
- λατινική γραφή του море
Σλοβακικά (sk)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαmore (sk) ουδέτερο
- η θάλασσα