εντελώς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- εντελώς < αρχαία ελληνική ἐντελῶς < ἐντελής
Επίρρημα
επεξεργασία
εντελώς
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εντελώς
εντελώς