right now
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίαright now (en) (ιδιωματισμός)
- τώρα
- αμέσως, τώρα αμέσως
- ⮡ I will fill out the application tomorrow, or rather, right now.
- Θα συμπληρώσω την αίτηση αύριο ή μάλλον τώρα αμέσως.
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη immediately
- ⮡ I will fill out the application tomorrow, or rather, right now.