Δείτε επίσης: .be, Be, BE

Αγγλικά (en) επεξεργασία

ενεστώτας be
γ΄ ενικό ενεστώτα is
αόριστος was, were
παθητική μετοχή been
ενεργητική μετοχή being
αγγλικά ανώμαλα ρήματα
α' ενικό ενεστώτα: am, β' ενικό ενεστώτα και α'/β'/γ' πληθυντικό ενεστώτα: are

  Ετυμολογία επεξεργασία

be < μέση αγγλική been < αγγλοσαξονική beon

  Ρήμα επεξεργασία

be (en)

  1. είμαι, έχω μια μόνιμη ή προσωρινή ιδιότητα
    I am a friend.
    Είμαι φίλος.
    I was in love, but not anymore.
    Ήμουν ερωτευμένη, αλλά όχι πια.
  2. είμαι, βρίσκομαι σε μια κατάσταση
    We are tired.
    Είμαστε κουρασμένοι.
  3. είμαι, βρίσκομαι, έρχομαι, τοπικά
    The glass is on the table.
    Το ποτήρι είναι στο τραπέζι.
    The factory is near a school.
    Το εργοστάσιο βρίσκεται κοντά σ' ένα σχολείο.
    When he opened his eyes, he didn’t know where he was.
    Όταν άνοιξε τα μάτια του, δεν ήξερε που βρισκόταν.
    You have to be there every day in the morning.
    Πρέπει να βρίσκεσαι εκεί κάθε μέρα το πρωί.
    I will be there in a minute.
    Θα έρθω σ' ένα λεπτό!
  4. (με there) υπάρχω
    I did not know there was food.
    Δεν ήξερα ότι υπήρξε φαγητό.
     συνώνυμα: exist
  5. πάω, περνάω, γυρίζω, χρησιμοποιείται να φτιάξει τους συντελικούς χρόνους των ορισμένων εκφράσεων με το ρημα go ή be here
    I had been to Paris.
    Είχα πάει στο Παρίσι.
    I have been there.
    Έχω πάει εκεί.
    I have been in Athens for ten years.
    Είμαι στην Αθήνα δέκα χρόνια.
    Has the mailman been by yet?
    Μήπως πέρασε ο ταχυδρόμος;
    The milkman has just been here.
    Μόλις πέρασε ο γαλατάς.
    I have been all over Europe.
    Έχω γυρίσει όλη την Ευρώπη.
    Where have you been all day?
    Πού γυρίζεις όλη την ημέρα;
  6. (auxiliary verb, + παθητική μετοχή του ρήματος) χρησιμοποιείται να φτιάξει την παθητική φωνή (passive voice)
    The earth is illuminated by the sun.
    Η γη φωτίζεται από τον ήλιο.
  7. (auxiliary verb, + ενεργητική μετοχή του ρήματος) χρησιμοποιείται να κάνει το continuous aspect, είδος χρόνων ρημάτων που δηλώνει η πράξη που γίνεται συνέχεια, παρατεταμένα
    • (am/is/are + ενεργητική μετοχή του ρήματος) φτιάχνει τον χρόνο ρήματος το present continuous (αντίστοιχο με τον ελληνικό ενεστώτα), δηλώνει κάτι που γίνεται κατ' εξακολούθηση στο παρόν
      I am walking to school.
      Περπατάω στο σχολείο.
      She is finishing her book.
      Τελειώνει το βιβλίο της.
      They are talking with their friends.
      Μιλούν με τους φίλους τους.
    • (was/were + ενεργητική μετοχή του ρήματος) φτιάχνει τον χρόνο ρήματος το past continuous (αντίστοιχο με τον ελληνικό παρατατικό)
      I was walking when I found a dollar.
      Περπατούσα όταν βρήκα ένα δολάριο.
      We were talking when he came in.
      Μιλούσαμε όταν μπήκε μέσα.
    • (will + be + ενεργητική μετοχή του ρήματος) φτιάχνει τον χρόνο ρήματος το future continuous (αντίστοιχο με τον ελληνικό εξακολουθητικό μέλλοντα)
      I will be sleeping when you wake up.
      Θα κοιμάμαι όταν ξυπνήσεις.
  8. (auxiliary verb) χρησιμοποιείται για να αποφύγει την επανάληψη του πρώτου ρήματος στο passive voice ή στο continuous aspect
    I was not accepted to the university but my friend was. (=was accepted)
    Δεν έγινα δεκτός στο πανεπιστήμιο αλλά ο φίλος μου έγινε δεκτός.
    -“Are you coming with us?” -“No, I am not.” (=“No, I am not coming.”)
    -«θα έρθεις μαζί μας;» -«Όχι, δεν έρχομαι.»

Κλίση επεξεργασία

Το ρήμα to be κλίνεται στον ενεστώτα ως εξής:

I am, You are, He/She/It is, We are, You are, They are.

Και κλίνεται στον αόριστο ως εξής:

I was, You were, He/She/It was, We were, You were, They were.

  Πηγές επεξεργασία



Ρουμανικά (ro) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

be (ro) αρσενικό