ήταν
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαήταν
- γ΄ πρόσωπο ενικού οριστικής παρατατικού του είμαι
- γ΄ πρόσωπο πληθυντικού οριστικής παρατατικού του είμαι
Άλλες μορφές
επεξεργασίαγ΄ πρόσωπο ενικού
γ΄ πρόσωπο πληθυντικού
ήταν
γ΄ πρόσωπο ενικού
γ΄ πρόσωπο πληθυντικού