-μαχία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | -μαχία | οι | -μαχίες |
γενική | της | -μαχίας | των | -μαχιών |
αιτιατική | τη(ν) | -μαχία | τις | -μαχίες |
κλητική | -μαχία | -μαχίες | ||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- -μαχία < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -μαχία < -μάχ(ος) + -ία[1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /maˈçi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : -μα‐χί‐α
Επίθημα
επεξεργασία-μαχία θηλυκό
- δεύτερο συνθετικό λέξεων που σημαίνουν μάχη, αγώνας με κάποιο μέσο ή εναντίον κάποιου αντιπάλου ή σε κάποιο τόπο ή έχουν άλλη έννοια σχετική με τη μάχη
- ναυμαχία
- αερομαχία
- αεροναυμαχία
- αμαζονομαχία
- αρματομαχία
- αψιμαχία
- γιγαντομαχία
- εικονομαχία
- θηριομαχία
- κονταρο|μαχία
- λογομαχία
- μονομαχία
- ναυμαχία
- ξιφομαχία
- οδομαχία
- οπλομαχία
- πεζομαχία
- πυγμαχία
- σκιαμαχία
- ταυρομαχία
- τειχομαχία
- φυγομαχία
- βλέπε επίσης τη λέξη συμμαχία
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ "-μαχία" - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
επεξεργασία- -μαχία - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)