Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η -μαχία οι -μαχίες
      γενική της -μαχίας των -μαχιών
    αιτιατική τη(ν) -μαχία τις -μαχίες
     κλητική -μαχία -μαχίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

-μαχία < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -μαχία < -μάχ(ος) + -ία[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /maˈçi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: -μα‐χί‐α

  Επίθημα επεξεργασία

-μαχία θηλυκό

  • δεύτερο συνθετικό λέξεων που σημαίνουν μάχη, αγώνας με κάποιο μέσο ή εναντίον κάποιου αντιπάλου ή σε κάποιο τόπο ή έχουν άλλη έννοια σχετική με τη μάχη
ναυμαχία
αερομαχία
αεροναυμαχία
αμαζονομαχία
αρματομαχία
αψιμαχία
γιγαντομαχία
εικονομαχία
θηριομαχία
κονταρο|μαχία
λογομαχία
μονομαχία
ναυμαχία
ξιφομαχία
οδομαχία
οπλομαχία
πεζομαχία
πυγμαχία
σκιαμαχία
ταυρομαχία
τειχομαχία
φυγομαχία
βλέπε επίσης τη λέξη συμμαχία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • -μαχίαΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

ζητούμενο λήμμα