Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η θηριομαχία οι θηριομαχίες
      γενική της θηριομαχίας των θηριομαχιών
    αιτιατική τη θηριομαχία τις θηριομαχίες
     κλητική θηριομαχία θηριομαχίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

θηριομαχία < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή θηριομαχία < θηριομάχος. Μορφολογικά αναλύεται σε θηρί(ο) + -ο- + -μαχία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /θi.ɾi.o.maˈçi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: θη‐ρι‐ο‐μα‐χί‐α

  Ουσιαστικό επεξεργασία

θηριομαχία θηλυκό

  1. η μάχη / πάλη θηρίων μεταξύ τους
  2. η μάχη / πάλη μεταξύ θηρίων και ανθρώπων

Συγγενικά επεξεργασία

→ δείτε τις λέξεις θηρίο και μάχη

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική θηριομαχί αἱ θηριομαχίαι
      γενική τῆς θηριομαχίᾱς τῶν θηριομαχιῶν
      δοτική τῇ θηριομαχί ταῖς θηριομαχίαις
    αιτιατική τὴν θηριομαχίᾱν τὰς θηριομαχίᾱς
     κλητική ! θηριομαχί θηριομαχίαι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  θηριομαχί
γεν-δοτ τοῖν  θηριομαχίαιν
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

θηριομαχία < θηριομάχ(ος) + -ία Μορφολογικά αναλύεται σε θηρί(ον) + -ο- + -μαχία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

θηριομαχία, -ας θηλυκό

  Πηγές επεξεργασία