πεζομαχία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- πεζομαχία < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική πεζομαχία. Μορφολογικά αναλύεται σε πεζο- + -μαχία.
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /pe.zo.maˈçi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πε‐ζο‐μα‐χί‐α
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπεζομαχία θηλυκό
- (στρατιωτικός όρος) μάχη στρατιωτών που μετακινούνται πεζή
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία πεζομαχία
|
Πηγές
επεξεργασία- πεζομαχία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- πεζομαχία - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | πεζομαχίᾱ | αἱ | πεζομαχίαι |
γενική | τῆς | πεζομαχίᾱς | τῶν | πεζομαχιῶν |
δοτική | τῇ | πεζομαχίᾳ | ταῖς | πεζομαχίαις |
αιτιατική | τὴν | πεζομαχίᾱν | τὰς | πεζομαχίᾱς |
κλητική ὦ! | πεζομαχίᾱ | πεζομαχίαι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | πεζομαχίᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | πεζομαχίαιν | ||
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- πεζομαχία - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- πεζομαχία - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.