Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία


↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η γιγαντομαχία οι γιγαντομαχίες
      γενική της γιγαντομαχίας των γιγαντομαχιών
    αιτιατική τη γιγαντομαχία τις γιγαντομαχίες
     κλητική γιγαντομαχία γιγαντομαχίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

γιγαντομαχία < αρχαία ελληνική γιγαντομαχία < Γίγας και μάχη

  Ουσιαστικό επεξεργασία

γιγαντομαχία θηλυκό

  1. μάχη γιγάντων
  2. (μεταφορικά) ανταγωνισμός μεταξύ μεγάλων προσωπικοτήτων, αθλητών, κλπ.
  3. η μάχη μεταξύ Γιγάντων, παιδιών της Γαίας, και των Ολυμπίων Θεών με επικεφαλής τον Δία

  Μεταφράσεις επεξεργασία