Δείτε επίσης: καιρός

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ce.ɾos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: -και‐ρος

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο -καιρος οι -καιροι
      γενική του -καιρου των -καιρων
    αιτιατική τον -καιρο τους -καιρους
     κλητική -καιρε -καιροι
Κατηγορία όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
-καιρος < καιρ(ός) + -ος[1]

  Επίθημα επεξεργασία

-καιρος αρσενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο -καιρος η -καιρη το -καιρο
      γενική του -καιρου της -καιρης του -καιρου
    αιτιατική τον -καιρο τη(ν) -καιρη το -καιρο
     κλητική -καιρε -καιρη -καιρο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι -καιροι οι -καιρες τα -καιρα
      γενική των -καιρων των -καιρων των -καιρων
    αιτιατική τους -καιρους τις -καιρες τα -καιρα
     κλητική -καιροι -καιρες -καιρα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
-καιρος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -καιρος[1]

  Επίθημα επεξεργασία

-καιρος, -η, -ο

  Μεταφράσεις επεξεργασία

Σύνθετα επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • -καιροςΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)