Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κακοκαιρία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Αντώνυμα
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
κακοκαιρί
α
οι
κακοκαιρί
ες
γενική
της
κακοκαιρί
ας
των
κακοκαιρι
ών
αιτιατική
την
κακοκαιρί
α
τις
κακοκαιρί
ες
κλητική
κακοκαιρί
α
κακοκαιρί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
κακοκαιρία
<
κακο-
+
καιρός
+
-ία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κακοκαιρία
θηλυκό
ο
κακός
καιρός
, οι
άσχημες
καιρικές συνθήκες
Συνώνυμα
επεξεργασία
βαρυκαιριά
βρομόκαιρος
διαβολόκαιρος
παλιόκαιρος
Αντώνυμα
επεξεργασία
καλοκαιρία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κακοκαιρία
αγγλικά
:
bad weather
(en)
,
storminess
(en)
γαλλικά
:
mauvais temps
(fr)
,
intempérie
(fr)
ιταλικά
:
maltempo
(it)
ρουμανικά
:
intemperie
(ro)