• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

κακο-

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Πρόθημα
      • 1.2.1 Άλλες μορφές
      • 1.2.2 Αντώνυμα
      • 1.2.3 Σύνθετα
      • 1.2.4 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

κακο- < αρχαία ελληνική κακο- < κακός

  ΠρόθημαΕπεξεργασία

κακο-

  • πρώτο συνθετικό που προσδίδει στη σύνθετη λέξη τη σημασία του κακού, του δυσάρεστου, του δύσκολου, του άσχημου ή του πρόχειρου

Άλλες μορφέςΕπεξεργασία

  • κακό-
  • κακ-
  • καχ-

ΑντώνυμαΕπεξεργασία

  • καλο-
  • καλλι-

ΣύνθεταΕπεξεργασία

  • κακοαναθρεμμένος
  • κακότροπος

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    κακο-
  • αγγλικά : caco- (en)
  • ιταλικά : caco- (it)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=κακο-&oldid=5479526"
Τελευταία επεξεργασία στις 30 Ιανουαρίου 2022, στις 18:58
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 30 Ιανουαρίου 2022, στις 18:58.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie