ἄβαξ
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΠαρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού. |
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|
ᾰβᾰκ- | |||||
ονομαστική | ὁ | ἄβαξ | οἱ | ἄβακες | |
γενική | τοῦ | ἄβακος | τῶν | ἀβάκων | |
δοτική | τῷ | ἄβακῐ | τοῖς | ἄβαξῐ(ν) | |
αιτιατική | τὸν | ἄβακᾰ | τοὺς | ἄβακᾰς | |
κλητική ὦ! | ἄβαξ | ἄβακες | |||
δυϊκός | |||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἄβακε | |||
γεν-δοτ | τοῖν | ἀβάκοιν | |||
3η κλίση, Κατηγορία 'φύλαξ' όπως «φύλαξ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαἄβαξ < αβέβαιης ετυμολογίας
Ουσιαστικό
επεξεργασίαἄβαξ αρσενικό
- σανίδα ή πλάκα για την καταμέτρηση ψήφων
- ※ 4ος αιώνας πκε ⌘ Αριστοτέλης, Ἀθηναίων πολιτεία Arist.Ath.69.1@perseus.tufts.edu
- πάντες δ᾽ ἐπειδὰν ὦσι διεψηφισμένοι, λαβόντες οἱ ὑπηρέται τὸν ἀμφορέα τὸν κύριον, ἐξερῶσι ἐπὶ ἄβακα τρυπήματα ἔχοντα ὅσαιπερ εἰσὶν αἱ ψῆφοι, ἵν᾽ αὗται φανεραὶ προκείμεναι καὶ εὐαρίθμητοι ὦσιν, καὶ τὰ τρυπητὰ καὶ τὰ πλήρη δῆλα τοῖς ἀντιδίκοις. οἱ δὲ ἐπὶ τὰς ψήφους εἰληχότες διαριθμοῦσιν αὐτὰς ἐπὶ τοῦ ἄβακος, χωρὶς μὲν τὰς πλήρεις, χωρὶς δὲ τὰς τετρυπημένας. καὶ ἀναγορεύει ὁ κήρυξ τὸν ἀριθμὸν τῶν ψήφων, τοῦ μὲν διώκοντος τὰς τετρυπημένας, τοῦ δὲ φεύγοντος τὰς πλήρεις: ὁποτέρῳ δ᾽ ἂν πλείων γένηται, οὗτος νικᾷ, ἂν δὲ ἴσαι, ὁ φεύγων.
- → λείπει η μετάφραση
- (ελληνιστική σημασία , αριθμητική) πίνακας αριθμητικός
- (ελληνιστική σημασία) πλάκα επάνω στην οποία παίζεται τάβλι, ζατρίκιο κλπ
- (ελληνιστική σημασία) τραπέζι
- (ελληνιστική σημασία , αρχιτεκτονική) βάση κιονόκρανου
- (ελληνιστική σημασία , στον πληθυντικό) ἄβακες: παγκάκια θεάτρου
- (ελληνιστική σημασία στρατιωτικός όρος) σύστημα γραμμών, με το οποίο υπολογίζονται τα διάφορα στοιχεία βολής (αβάκιον αναγωγής)
Συγγενικά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαἄβαξ αρσενικό
- άλλη μορφή του ἀβακής στο ⌘ Lexicon Rhetoricum
Πηγές
επεξεργασία- ἄβαξ - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.