ψηφιακός
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- ψηφιακός < ψηφίο + -ακός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική digital)
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /psi.fi.a.ˈkɔs/ αρσενικό
- ΔΦΑ : /psi.fi.a.ˈci/ θηλυκό
- ΔΦΑ : /psi.fi.a.ˈkɔ/ ουδέτερο
ΕπίθετοΕπεξεργασία
ψηφιακός, -ή, -ό
- (τεχνολογία) που καταχωρίζει, επεξεργάζεται ή μεταφέρει δεδομένα με αριθμητικά ψηφία ή ειδικά σήματα
- που εμφανίζει πληροφορίες με ψηφία (αριθμούς ή γράμματα) πάνω σε ειδική πλάκα
- (πληροφορική) που λαμβάνει συγκεκριμένες, διακριτές τιμές (στάθμες), από πεπερασμένο σύνολο τιμών, κατάλληλα επιλεγμένων ώστε να μπορούν να αναπαρασταθούν από λέξεις των ψηφίων 0 και 1
- → δείτε τις λέξεις στάθμη κβαντισμού και στάθμη τάσης