Δείτε επίσης: Φυλή, φιλί, φίλη, Φίλη, φίλοι
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φυλή οι φυλές
      γενική της φυλής των φυλών
    αιτιατική τη φυλή τις φυλές
     κλητική φυλή φυλές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

φυλή θηλυκό

  1. πληθυσμιακή ομάδα ανθρώπων με κοινή καταγωγή και κοινά γενετικά χαρακτηριστικά
      λευκή / μαύρη / κίτρινη φυλή
  2. το έθνος
      η ελληνική φυλή
  3. ομάδα με κοινά γνωρίσματα και κοινό τρόπο ζωής
      η φυλή των Πυγμαίων / των Ινδιάνων
  4. (μεταφορικά) ομάδα με ιδιαίτερα κοινωνικά χαρακτηριστικά
      οι φυλές της πόλης / των παραθεριστών / των εφήβων

Συγγενικά

επεξεργασία

Συνώνυμα

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία