race
Αγγλικά (en) Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
race (en)
- η φυλή
- αγώνας δρόμου
- ρεύμα νερού που κινείται με μεγάλη ταχύτητα
- ρίζωμα ορισμένων φυτών, πχ του τζίντζερ
ΡήμαΕπεξεργασία
race (en)
Γαλλικά (fr) Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
race | races |
race (fr) θηλυκό
- η φυλή