τριταίος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | τριταίος | η | τριταία | το | τριταίο |
γενική | του | τριταίου | της | τριταίας | του | τριταίου |
αιτιατική | τον | τριταίο | την | τριταία | το | τριταίο |
κλητική | τριταίε | τριταία | τριταίο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | τριταίοι | οι | τριταίες | τα | τριταία |
γενική | των | τριταίων | των | τριταίων | των | τριταίων |
αιτιατική | τους | τριταίους | τις | τριταίες | τα | τριταία |
κλητική | τριταίοι | τριταίες | τριταία | |||
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «ωραίος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασία- τριταίος < αρχαία ελληνική τριταῖος < τρίτος < τρεῖς < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *tréyes
Επίθετο
επεξεργασίατριταίος, -α, -ο
- που συμβαίνει κάθε τρίτη μέρα, μέρα παρά μέρα, χωρίς να έχει συμβεί στο μεσοδιάστημα των 24 ωρών
- Τα κύρια και πιο συνηθισμένα συμπτώματα της ελονοσίας είναι: υψηλός πυρετός με ρίγη, εφίδρωση, κεφαλαλγία, μυαλγία και γενική αδιαθεσία. Ο πυρετός εμφανίζεται κάθε δεύτερη (τριταίος) ή κάθε τρίτη μέρα (τεταρταίος). (*)
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη τρίτος