Γερμανικά (de) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

 

  Αριθμητικό επεξεργασία

dritte (de)

  • τρίτος
  • (στις ημερομηνίες) τρεις
    am 3. Januar: am dritten Januar – στις 3 Ιανουαρίου: στις τρεις Ιανουαρίου