Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των κλίσεων που χρειάζονται έλεγχο.
Παρατηρήσεις:  Να ελεγθχεί ο πληθυντικός, μήπως -αι, οπότε, κλίση 'πραίδα' (αντί κλίση 'κοῦπα.
ελληνιστική κοινή
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική πραῖδ αἱ πραῖδες
      γενική τῆς πραίδᾱς τῶν πραιδῶν
      δοτική τῇ πραίδ ταῖς πραίδαις
    αιτιατική τὴν πραῖδᾰν τὰς πραίδᾱς
     κλητική ! πραῖδα πραῖδες
Νέα ελληνιστική & μεσαιωνική κλίση με εξαιρέσεις στην 1η κλίση:
* κατάληξη με βραχύ ᾰ αντί του αναμενόμενου μακρού ᾱ.
* η γενική δεν είναι η αναμενόμενη -ης (προηγείται σύμφωνο που δεν είναι ρο)
* ο πληθυντικός δεν λήγει σε -αι αλλά -ες.
Δείτε την κλίση της λατινικής praeda.
1η κλίση, Κατηγορία 'κοῦπα' όπως «κοῦπα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

πραῖδα < (άμεσο δάνειο) λατινική praeda (λεία)
ΑΠΟΓΟΝΟΙ: → δείτε το λατινικό praeda

  Ουσιαστικό επεξεργασία

πραῖδα, -ας θηλυκό (ελληνιστική κοινή)

  • λεία, λάφυρο
    ※  4ος↓ αιώνας Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Ad populum Antiochenum, @catholiclibrary.org
    Φημισθείσης εἰς τὸν ἄρχοντα πραίδας, καὶ πάντων περὶ φυγῆς βουλευομένων, τοῦ ἄρχοντος εἰσελθόντος εἰς τὴν ἐκκλησίαν καὶ παρακαλέσαντος, ἐλέχθη ἡ παροῦσα ὁμιλία·

Συγγενικά επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πραῖδα < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή πραῖδα < λατινική praeda (λεία)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

πραῖδα θηλυκό

  1. η λεία
    ※  6ος αιώνας Ιωάννης Μαλάλας, Χρονογραφία, 142.438 @catholiclibrary.org
    καὶ ἐξελθὼν κατ' αὐτῶν ὁ στρατηλάτης Κωνσταντίολος καὶ Γοδιλᾶς καὶ ὁ τοῦ Ἰλλυρικοῦ στρατηλάτης Ἀσκοὺμ ὁ Οὗννος, ὃν ἐδέξατο ὁ βασιλεὺς Ἰουστινιανὸς ἐν ἁγίῳ βαπτίσματι, καὶ μεσολαβηθέντων τῶν Οὕννων ἐν τῷ πολέμῳ, καὶ πολλῶν ἐξ αὐτῶν πιπτόντων, ἀπέφυγεν ἡ πραῖδα πᾶσα, καὶ ἐγένοντο Ῥωμαῖοι ἐπικρατέστεροι, φονεύσαντες καὶ τοὺς δύο ῥῆγας.
    ※  7ος αιώνας Πασχάλιο Χρονικό (περίπου 630), ανωνύμου, 462 @catholiclibrary.org/
    Οὐεσπασιανὸς δὲ ὁ βασιλεὺς ἐκ τῆς Ἰουδαϊκῆς πραίδας ἔκτισεν ἐν Ἀντιοχείᾳ τῇ μεγάλῃ τῆς Συρίας καὶ τὰ μεγάλα Χερουβεὶμ ταῖς πύλαις τῆς πόλεως ἐκεῖ ἔπηξεν, καὶ τὰ Χερουβεὶμ τὰ χαλκᾶ, ἃ ηὗρεν Τίτος ὁ υἱὸς αὐτοῦ ἐν τῷ ναῷ ὑπὸ Σολομῶνος πεπηγμένα·
    ※  12ος αιώνας Μανασσῆς, Κωνσταντῖνος, De administrando imperio, 22, @catholiclibrary.org
    Οὗτοι οἱ Ῥωμᾶνοι, ἐπεὶ ἐπέρασαν καὶ εὗρον πραῖδαν, ἀπὸ τοῦ νῦν καθ' ἡμῶν οὐ μὴ παύσονται διαπερῶντες, καὶ διὰ τοῦτο μηχανησόμεθα κατ' αὐτῶν.
     συνώνυμα: πρέζα / πρέντζα
  2. (οικονομία)
    ΑΠΟΓΟΝΟΙ: νέα ελληνικά: πρέδα (ιδιωματικό)
    1. αγροζημία που έχει προκληθεί από οικόσιτο ζώο
    2. (συνεκδοχικά) η αποζημίωση γι' αυτήν την αγροζημία
      ※  17ος αιώνας ⌘Ιάκωβος, ιερομόναχος. Βακτηρία αρχιερέων Επιμ. Ακανθόπουλος, 812, ι΄19.
      Ἐάν τινὰς, ἀπὸ μίαν ἢ δευτέρην καταβολὴν πραίδας, φονεύσει τὸ ζωον!* καὶ δὲν παραδώσει τὸ ζωον τοῦ ἀφεντὸς του, διὰ νὰ πάρει τὴν πραῖδα!* του, ἂς δώσει αὐτὸ ὁποῦ!* ἐφόνευσε.
      !*(Χρειάζεται αντιπαραβολή, και έλεγχο ορθογραφίας από το βιβλίο)

Άλλες μορφές επεξεργασία

Κλιτικοί τύποι επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Διαφορετικά τα πραιδεκατώριος, πρεδικάτωρ < λατινικά praedicator < praedico (ανακοινώνω, επαινώ)

  Πηγές επεξεργασία