Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αγροζημία οι αγροζημίες
      γενική της αγροζημίας των αγροζημιών
    αιτιατική την αγροζημία τις αγροζημίες
     κλητική αγροζημία αγροζημίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

αγροζημία < (λόγιο) αγρο- + ζημία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αγροζημία θηλυκό

  1. αδίκημα που συνίσταται σε φθορά ξένης αγροτικής καλλιέργειας [1]
  2. φθορά αγρού σπαρμένου ή καλλιεργημένου [2]
  3. χαρακτηρισμός πάσης φύσεως αδικημάτων εις βάρος αγροτικής ιδιοκτησίας [3]

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. αγροζημία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
  3. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)