νεανίας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | νεανίας | οι | νεανίες |
γενική | του | νεανία | των | νεανιών |
αιτιατική | τον | νεανία | τους | νεανίες |
κλητική | νεανία | νεανίες | ||
Κατηγορία όπως «γαλαξίας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- νεανίας < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική νεανίας < νέος
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ne.aˈni.as/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : νε‐α‐νί‐ας
Ουσιαστικό
επεξεργασίανεανίας αρσενικό (θηλυκό νεάνιδα)
Συγγενικά
επεξεργασία→ και δείτε τη λέξη νέος
Μεταφράσεις
επεξεργασία νεανίας
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | νεανίᾱς | οἱ | νεανίαι |
γενική | τοῦ | νεανίου | τῶν | νεανιῶν |
δοτική | τῷ | νεανίᾳ | τοῖς | νεανίαις |
αιτιατική | τὸν | νεανίᾱν | τοὺς | νεανίᾱς |
κλητική ὦ! | νεανίᾱ | νεανίαι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | νεανίᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | νεανίαιν | ||
Το φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ. | ||||
1η κλίση, ομάδα 'νεανίας', Κατηγορία 'νεανίας' όπως «νεανίας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- νεανίας ήδη τον 7ο αιώνα στον Αλκμάνα < θέμα *νεᾱν-(ός) (< νέ(ος) + -ανός επίθημα που δε μαρτυρείται αλλού) + -ίας [1]
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Πηγές
επεξεργασία- νεανίας - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- νεανίας - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.