Παλαιά γαλλικά (fro) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

bacheler αρσενικό

  1. ο νεαρός ιππότης
    → δείτε τη λέξη chevalier
  2. ο ιπποκόμος
  3. ο νεανίας, ο νεαρός