ισημερινός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- ισημερινός < → λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό
επεξεργασία
ισημερινός αρσενικό
- (γεωγραφία) νοητή γραμμή στην επιφάνεια της Γης με ίση απόσταση από τον Βόρειο Πόλο και Νότιο Πόλο
Δείτε επίσης
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ισημερινός
|