πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ικανοποίηση οι ικανοποιήσεις
      γενική της ικανοποίησης* των ικανοποιήσεων
    αιτιατική την ικανοποίηση τις ικανοποιήσεις
     κλητική ικανοποίηση ικανοποιήσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, ικανοποιήσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ικανοποίηση θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία