Δείτε επίσης: Λεόντειος, λεόντειος

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Λεόντιος οι Λεόντιοι
      γενική του Λεόντιου των Λεόντιων
    αιτιατική τον Λεόντιο τους Λεόντιους
     κλητική Λεόντιε Λεόντιοι
Κατηγορία όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Λεόντιος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική Λεόντιος

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /leˈon.di.os/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Λε‐ό‐ντι‐ος
ομόηχο: λεόντειος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Λεόντιος αρσενικό

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Λεόντιος < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική Λεόντιος < λεόντιος, ποιητικός τύπος του λεόντειος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Λεόντιος αρσενικό

Συγγενικά επεξεργασία

→ και δείτε τη λέξη λέων

  Πηγές επεξεργασία




Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Λεόντιος οἱ Λεόντιοι
      γενική τοῦ Λεοντίου τῶν Λεοντίων
      δοτική τῷ Λεοντί τοῖς Λεοντίοις
    αιτιατική τὸν Λεόντιον τοὺς Λεοντίους
     κλητική ! Λεόντιε Λεόντιοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Λεοντίω
γεν-δοτ τοῖν  Λεοντίοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Λεόντιος < λεόντιος, ποιητικός τύπος του λεόντειος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Λεόντιος, -ου αρσενικό (θηλυκό Λεοντίς & Λεόντιον)

Συγγενικά επεξεργασία

→ και δείτε τις λέξεις λεόντειος και λέων

  Πηγές επεξεργασία