Δείτε επίσης: λεοντίς
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
Λεοντῐδ-
ονομαστική Λεοντίς αἱ Λεοντίδες
      γενική τῆς Λεοντίδος τῶν Λεοντίδων
      δοτική τῇ Λεοντίδ ταῖς Λεοντίσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν Λεοντίδ τὰς Λεοντίδᾰς
     κλητική ! Λεοντίς* Λεοντίδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Λεοντίδε
γεν-δοτ τοῖν  Λεοντίδοιν
Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος.
* Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το
Η φυλή, στον ενικό.
3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «πατρίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Λεοντίς < λείπει η ετυμολογία + -ίς

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Λεοντίς θηλυκό

  1. η Λεοντίδα φυλή της Αττικής
  2. γυναικείο όνομα