Καρχηδόνα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Καρχηδόνα | ||
γενική | της | Καρχηδόνας | ||
αιτιατική | την | Καρχηδόνα | ||
κλητική | Καρχηδόνα | |||
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /kaɾ.çiˈðo.na/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Καρ‐χη‐δό‐να
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚαρχηδόνα θηλυκό
- αρχαία πόλη της βόρειας Αφρικής, πρωτεύουσα του κράτους των Καρχηδονίων
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Καρχηδόνα στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία Καρχηδόνα
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)