πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Διόνυσος οι Διόνυσοι
      γενική του Διόνυσου
& Διονύσου
των Διόνυσων
& Διονύσων
    αιτιατική τον Διόνυσο τους Διόνυσους
& Διονύσους
     κλητική Διόνυσε Διόνυσοι
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
καθιστός Διόνυσος σε αρχαίο αγγείο

Ετυμολογία

επεξεργασία

Κύριο όνομα

επεξεργασία
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
Δῐονῡσο-
ονομαστική Διόνυσος οἱ Διόνυσοι
      γενική τοῦ Διονύσου τῶν Διονύσων
      δοτική τῷ Διονύσ τοῖς Διονύσοις
    αιτιατική τὸν Διόνυσον τοὺς Διονύσους
     κλητική ! Διόνυσε Διόνυσοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Διονύσω
γεν-δοτ τοῖν  Διονύσοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
Διόνυσος < Συγγενές: μυκηναϊκή 𐀇𐀺𐀝𐀰 (di-wo-nu-so)  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Κύριο όνομα

επεξεργασία