Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Βεγγάζη
      γενική της Βεγγάζης
    αιτιατική τη Βεγγάζη
     κλητική Βεγγάζη
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
Άποψη της παλιάς πόλης της Βεγγάζης

  Ετυμολογία επεξεργασία

Βεγγάζη < αραβική بنغازي (binḡāzī)[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /veŋˈga.zi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βεγ‐γά‐ζη

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Βεγγάζη θηλυκό, μόνο στον ενικό

  • πόλη της Λιβύης, στην ακτή της Μεσογείου Θάλασσας
    ※  Ἀπ’ τὴ Βεγγάζη ἀργὰ - ἀργὰ κινᾷ τὸ καραβάνι / τὴν πόλη αφίνει πίσω του καὶ στο Σουδὰν γυρίζει.
    Τέλλος Άγρας, Καραβάνι. Μέσω του: Χ. Γ. Σακελλαριάδης, «Μνήμη Τέλλου Άγρα», Νέα Εστία, τόμος 96, τεύχος 1138 (1 Δεκεμβρίου 1974), σελ. 1795

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)