Αετός
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Αετός | οι | Αετοί |
γενική | του | Αετού | των | Αετών |
αιτιατική | τον | Αετό | τους | Αετούς |
κλητική | Αετέ | Αετοί | ||
όπως «αγρός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία Επεξεργασία
- Αετός < αετός
Κύριο όνομαΕπεξεργασία
Αετός αρσενικό
- ονομασία οικισμών της Ελλάδας
- όνομα αστερισμού του βόρειου ημισφαιρίου. Ανήκει στους 48 αστερισμούς που σημειώθηκαν πρώτη φορά στην αρχαιότητα από τον Πτολεμαίο και στους 88 επίσημους αστερισμούς που το 1922 θέσπισε η Διεθνής Αστρονομική Ένωση
- συντομογραφία: Aql
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
- Αετός στη Βικιπαίδεια
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
- Αετός στη Βικιπαίδεια
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
Αετός
|
|