-στοιχία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- -στοιχία < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -στοιχία < στοῖχ(ος) + -ία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /stiˈçi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : -στοι‐χί‐α
- ομόηχο: στοιχεία
Επίθημα
επεξεργασία-στοιχία θηλυκό
- δεύτερο συνθετικό για το σχηματισμό θηλυκών σύνθετων ή παράγωγων ουσιαστικών που δηλώνουν
Σύνθετα
επεξεργασία- Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -στοιχία στο Βικιλεξικό
- Όροι που λήγουν σε -στοιχία — Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη ISBN:960-231-097-9 & online @greek-language.gr (συντομογραφίες, αστερίσκος για λέξεις στη λογοτεχνία)
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | -στοιχίᾱ | αἱ | -στοιχίαι |
γενική | τῆς | -στοιχίᾱς | τῶν | -στοιχιῶν |
δοτική | τῇ | -στοιχίᾳ | ταῖς | -στοιχίαις |
αιτιατική | τὴν | -στοιχίᾱν | τὰς | -στοιχίᾱς |
κλητική ὦ! | -στοιχίᾱ | -στοιχίαι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | -στοιχίᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | -στοιχίαιν | ||
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΕπίθημα
επεξεργασία-στοιχία θηλυκό
- το ουσιαστικό στοῖχος για το σχηματισμό θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνει τη στοίχιση με τον τρόπο που ορίζεται στο πρώτο μέρος της λέξης
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Λέξεις -στοιχία @perseus.tufts.edu Greek Dictionary Headword Search, Πανεπιστήμιο Tufts