↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η -στοιχία οι -στοιχίες
      γενική της -στοιχίας των -στοιχιών
    αιτιατική τη(ν) -στοιχία τις -στοιχίες
     κλητική -στοιχία -στοιχίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
-στοιχία < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -στοιχία < στοῖχ(ος) + -ία

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /stiˈçi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: -στοι‐χί‐α
ομόηχο: στοιχεία

  Επίθημα

επεξεργασία

-στοιχία θηλυκό



↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική -στοιχί αἱ -στοιχίαι
      γενική τῆς -στοιχίᾱς τῶν -στοιχιῶν
      δοτική τῇ -στοιχί ταῖς -στοιχίαις
    αιτιατική τὴν -στοιχίᾱν τὰς -στοιχίᾱς
     κλητική ! -στοιχί -στοιχίαι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  -στοιχί
γεν-δοτ τοῖν  -στοιχίαιν
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
-στοιχία < στοῖχ(ος) + -ία

  Επίθημα

επεξεργασία

-στοιχία θηλυκό

  • το ουσιαστικό στοῖχος για το σχηματισμό θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνει τη στοίχιση με τον τρόπο που ορίζεται στο πρώτο μέρος της λέξης
    ἀντι'στοιχία

Δείτε επίσης

επεξεργασία