• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

στοῖχος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : στοίχος, στίχος

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αρχαία ελληνικά (grc)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις

Αρχαία ελληνικά (grc)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ὁ στοῖχος οἱ στοῖχοι
      γενική τοῦ στοίχου τῶν στοίχων
      δοτική τῷ στοίχῳ τοῖς στοίχοις
    αιτιατική τὸν στοῖχον τοὺς στοίχους
     κλητική ὦ! στοῖχε στοῖχοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  στοίχω
γεν-δοτ τοῖν  στοίχοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'δρόμος' όπως «κῆπος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

στοῖχος < στείχω (από ετεροίωση)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

στοῖχος αρσενικό

  • σειρά, αράδα

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • στοιχειακός
  • στοιχεῖον
  • στοιχέω
  • στοιχηγορέω
  • στοιχηδόν
  • στοιχιαῖος
  • στοιχισμός
  • στοιχώδης
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=στοῖχος&oldid=3936780"
Τελευταία επεξεργασία στις 25 Μαΐου 2017, στις 22:33
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 25 Μαΐου 2017, στις 22:33.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie