-ούδι
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | -ούδι | τα | -ούδια |
γενική | του | -ουδιού | των | -ουδιών |
αιτιατική | το | -ούδι | τα | -ούδια |
κλητική | -ούδι | -ούδια | ||
όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία Επεξεργασία
- -ούδι < μεσαιωνική ελληνική -ούδιν < ελληνιστική κοινή -ούδιον < αρχαία ελληνική υποκοριστικό επίθημα -διον[1]
- -ούδι < -ούδα + -ι
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΕπίθημαΕπεξεργασία
-ούδι
- υποκοριστικό επίθημα ουδέτερων μετουσιαστικών ουσιαστικών
- άγγελος > αγγελούδι, μυαλό > μυαλούδι > μυαλουδάκι
- υποκοριστικό επίθημα ουδέτερων μεταρηματικών ουσιαστικών
Επεξεργασία
Επεξεργασία
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
-ούδι
Επεξεργασία
- ↑ «-ούδι» - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.