Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
χειροκίνητος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Επίθετο
1.3.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
χειροκίνητ
ος
η
χειροκίνητ
η
το
χειροκίνητ
ο
γενική
του
χειροκίνητ
ου
της
χειροκίνητ
ης
του
χειροκίνητ
ου
αιτιατική
τον
χειροκίνητ
ο
τη
χειροκίνητ
η
το
χειροκίνητ
ο
κλητική
χειροκίνητ
ε
χειροκίνητ
η
χειροκίνητ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
χειροκίνητ
οι
οι
χειροκίνητ
ες
τα
χειροκίνητ
α
γενική
των
χειροκίνητ
ων
των
χειροκίνητ
ων
των
χειροκίνητ
ων
αιτιατική
τους
χειροκίνητ
ους
τις
χειροκίνητ
ες
τα
χειροκίνητ
α
κλητική
χειροκίνητ
οι
χειροκίνητ
ες
χειροκίνητ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
χειροκίνητος
<
χειρο-
+
-κίνητος
<
χείρ
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
çi.ɾoˈci.ni.tos
/
Επίθετο
επεξεργασία
χειροκίνητος, -η, -ο
που τίθεται σε
κίνηση
με το
χέρι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
χειροκίνητος
αγγλικά
:
manual
(en)
γαλλικά
:
manuel
(fr)
εσπεράντο
:
mana
(eo)